Την εξασφάλιση ευρωπαϊκής στήριξης έναντι της Τουρκίας για την ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης – Κύπρου (Great Sea Interconnector) θα επιδιώξουν ο Έλληνας και ο Κύπριος υπουργός Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου και Γιώργος Παπαναστασίου κατά τη συνεδρίαση του Συμβουλίου υπουργών Ενέργειας στις 15 Ιουλίου, κάτι το οποίο θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο εάν όχι αδύνατο. Μάλιστα η κυπριακή πλευρά συνδέει ευθέως το θέμα με τις ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις στο πλαίσιο του νέου αμυντικού προγράμματος της Ένωσης, στο οποίο η Τουρκία διεκδικεί ρόλο.
Παρά το γεγονός ότι μέχρι στιγμής η ελληνική κυβέρνηση τηρεί στάση κατευνασμού έναντι της Τουρκίας και αρμόδια στελέχη δηλώνουν ότι το έργο θα γίνει εν ευθέτω χρόνω χωρίς περεταίρω επεξηγήσεις, η κυπριακή κυβέρνηση εμφανίζεται κατηγορηματική: Υποστηρίζει ότι χρειάζεται αλλαγή διπλωματικής τακτικής και ευθεία εμπλοκή της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ένα έργο που χρηματοδοτείται με 675 εκατ. ευρώ από κοινοτικά χρήματα και έχει παγώσει, όχι λόγω των διαφωνιών των δυο χωρών (Ελλάδας – Κύπρου), αλλά λόγω της τουρκικής παρέμβασης.
Απολύτως ξεκάθαρος ήταν ο κ. Παπαναστασίου μιλώντας στο συνέδριο «Διάλογοι της Νισύρου 2025». «Η διπλωματία μας», είπε, «οφείλει να αλλάξει τακτική. Το έργο αυτό δεν είναι διμερές, είναι ευρωπαϊκό. Το έχω θέσει ήδη δύο φορές στο Συμβούλιο Υπουργών. Πρόκειται για ευρωπαϊκό έργο στρατηγικής σημασίας και αναμένουμε από την Ευρώπη να πάψει να είναι σιωπηλή. Οφείλει να μιλήσει δυνατά, να είναι απαιτητική απέναντι σε κράτη που διεκδικούν ευρωπαϊκή χρηματοδότηση. Διαφορετικά, τα κονδύλια πρέπει να διακοπούν».
Μάλιστα ο κ. Παπαναστασίου προεξόφλησε ότι αυτή τη θέση θα υποστηρίξουν από κοινού με τον κ. Παπασταύρου στο επερχόμενο συμβούλιο υπουργών Ενέργειας στις 15 Ιουλίου.
Η γλώσσα που χρησιμοποίησε ο Κύπριος υπουργός ήταν αυστηρή και απολύτως ξεκάθαρη, καθώς τόνισε ότι τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος πρέπει να ενταχθούν στο ενιαίο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας. «Αυτό είπε, δεν είναι απλώς προς όφελος των ίδιων των χωρών, αλλά αποτελεί αναγκαιότητα για την Ευρώπη. Συνεπώς, δεν μπορούμε να επιτρέπουμε στον κ. Ερντογάν να εμφανίζεται ως συνομιλητής ή εταίρος σε ένα έργο που αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα και την Κύπρο. Οφείλουμε να υιοθετήσουμε αυστηρή στάση και να διαμηνύσουν ξεκάθαρα ότι καμία τρίτη χώρα δεν μπορεί να παρεμβαίνει ή να παρεμποδίζει κρίσιμα ευρωπαϊκά έργα υποδομής χωρίς συνέπειες. Δεν μπορεί να διεκδικεί ευρωπαϊκούς πόρους όταν παρακωλύει την υλοποίηση ευρωπαϊκών έργων».
Εκταμίευση κονδυλίων για το project από την κυπριακή πλευρά
Σε ότι αφορά τον ΑΔΜΗΕ σε αυτή τη φάση ο κύπριος υπουργός εμφανίστηκε κατευναστικός σημειώνοντας ότι «ο ΑΔΜΗΕ έχει διττό ρόλο: Από τη μία, είναι ο Εθνικός Διαχειριστής του Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας, από την άλλη, είναι και φορέας υλοποίησης του έργου. Αυτό δημιουργεί μια εύλογη πίεση. Όταν συνεχώς εκταμιεύεις κεφάλαια για το έργο, πρέπει να έχει και αντίστοιχες εισροές, ώστε να μην επηρεάζεται αρνητικά ο πυρήνας του ρόλου του. Ούτε η Κυπριακή Δημοκρατία ούτε η Ελληνική Δημοκρατία επιθυμούν να δουν τον ΑΔΜΗΕ να αποτυγχάνει στον βασικό του ρόλο εξαιτίας ενός μεγάλου αναπτυξιακού έργου που υλοποιεί ταυτόχρονα».
Με αυτό το σκεπτικό, η Κυπριακή Δημοκρατία – μέσω του Ρυθμιστή – εντός των επόμενων ημερών θα εγκρίνει την εκταμίευση της συνεισφοράς της, ύψους 25 εκατ. ευρώ ετησίως για τα επόμενα πέντε χρόνια, με ανώτατο όριο τα 125 εκατομμύρια ευρώ, για όσο διαρκεί η φάση κατασκευής του έργου.
Πρέπει να σημειωθεί ότι θετικά επί αυτού του θέματος έχει τοποθετηθεί ήδη ο πρόεδρος της Κύπρου Νίκος Χριστοδουλίδης και εντός των επομένων ημερών αναμένεται η απόφαση της ΡΑΕΚ.
«Με αυτόν τον τρόπο, το έργο προχωρά κανονικά και η Ελλάδα με την Κύπρο εμφανίζονται ενώπιον της Ευρώπης με κοινό, ενιαίο μέτωπο – χωρίς οικονομικές εκκρεμότητες – ώστε να διατυπώσουν τα δίκαια αιτήματά τους για ευρωπαϊκή στήριξη», κατέληξε ο κ. Παπαναστασίου.