Σημαντικά στοιχεία για την ενεργειακή ευαλωτότητα των νοικοκυριών στην Αττική έφερε στο φως έρευνα που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού έργου REVERTER, με τη χαρτογράφηση να αποτυπώνει τις δυσκολίες πρόσβασης των πολιτών στα οφέλη της πράσινης μετάβασης και στα προγράμματα ενεργειακής αναβάθμισης κατοικιών.
Η καταγραφή βασίστηκε σε 790 επισκέψεις σε κατοικίες και 330 ωφελούμενους που εξυπηρετήθηκαν μέσω της Υπηρεσίας Μιας Στάσης της ΕΚΠΟΙΖΩ, από τον Απρίλιο 2024 έως τον Ιούνιο 2025. Η έρευνα στόχευσε στην κατανόηση των πραγματικών εμποδίων που αντιμετωπίζουν τα ευάλωτα νοικοκυριά στην υλοποίηση παρεμβάσεων εξοικονόμησης ενέργειας, όπως η μόνωση, η αντικατάσταση κουφωμάτων ή η αναβάθμιση συστημάτων θέρμανσης.

1. Χαμηλή ενεργειακή απόδοση κτιρίων:
Μόλις το 11,4% των κατοικιών διαθέτει μονωμένους τοίχους, ενώ το 75% έχει κουφώματα αλουμινίου – όμως μόνο το 1 στα 4 νοικοκυριά δηλώνει ικανοποιημένο από την αεροστεγανότητα.
Σχεδόν οι μισοί (48,7%) θερμαίνονται κεντρικά, κυρίως με πετρέλαιο (77%) και φυσικό αέριο (23%), ενώ 7 στους 10 χρησιμοποιούν κλιματιστικά ως συμπληρωματική θέρμανση.
2. Οικονομική πίεση:
Το 80% των νοικοκυριών με εισόδημα έως 900 ευρώ δηλώνουν ότι δυσκολεύονται να καλύψουν τις βασικές ανάγκες, ενώ ακόμη και στα μεσαία εισοδήματα (1.200–2.000 ευρώ), το 50–60% αντιμετωπίζει δυσκολίες.
Περισσότεροι από τους μισούς (51,4%) δηλώνουν ότι δεν τα βγάζουν πέρα οικονομικά.
3. Περικοπές βασικών αναγκών:
Το 67,5% περιόρισε τη χρήση ρεύματος, το 64,6% τη θέρμανση και σχεδόν το 70% περιόρισε δαπάνες για ψυχαγωγία και ρουχισμό.
Το 13,7% περιόρισε ακόμη και φάρμακα, ενώ 1 στα 4 νοικοκυριά μείωσε δαπάνες για την εκπαίδευση των παιδιών.
4. Ενεργειακή δυσφορία:
Περίπου το 55–60% δηλώνει ότι βιώνει θερμική δυσφορία τον χειμώνα και το καλοκαίρι, ενώ το 62% αντιμετωπίζει προβλήματα υγρασίας ή μούχλας.
Ένα 18% καθυστερεί πληρωμές λογαριασμών ενέργειας και αναφέρει προβλήματα υγείας λόγω κακής θέρμανσης.
Συνολικά, το 80% των νοικοκυριών χαρακτηρίζονται ενεργειακά ευάλωτα, αντιμετωπίζοντας τουλάχιστον ένα από τα παραπάνω προβλήματα.
Παρά τη διάθεση για βελτίωση των κατοικιών, πάνω από τους μισούς (51,5%) δηλώνουν ότι δεν μπορούν να ενταχθούν σε προγράμματα επιδότησης όπως το «Εξοικονομώ 2025».
Οι βασικοί λόγοι:
Ακόμη και όσοι επιθυμούν να συμμετάσχουν, μπορούν να διαθέσουν κατά μέσο όρο 130 ευρώ τον μήνα, ποσό ανεπαρκές για τη συμμετοχή σε ριζική ανακαίνιση.
Με βάση τα σημερινά δεδομένα, το 67% των νοικοκυριών δεν μπορεί να συμμετάσχει για καθαρά οικονομικούς λόγους.
Η μελέτη καταλήγει ότι η ενεργειακή φτώχεια παραμένει ένας από τους βασικούς φραγμούς της πράσινης μετάβασης. Προτείνεται ένα νέο πλαίσιο πολιτικών που θα συνδυάζει την περιβαλλοντική βιωσιμότητα με την κοινωνική δικαιοσύνη, μέσα από:
Η ενεργειακή αναβάθμιση των κατοικιών, όπως τονίζεται, δεν αποτελεί μόνο τεχνική παρέμβαση αλλά κοινωνικό ζήτημα, ικανό να μειώσει τις ανισότητες και να συμβάλει στη βιώσιμη ανάπτυξη.