Για σοβαρά κενά στην ενεργειακή πολιτική της Ευρώπης, προειδοποίησε ο Claudio Descalzi, διευθύνων σύμβουλος της ιταλικής εταιρείας Eni, επισημαίνοντας την απουσία ενός ενιαίου σχεδίου ενεργειακής ασφάλειας και ενιαίας αγοράς ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Μιλώντας στο συνέδριο της αγροτικής ένωσης Coldiretti στη Ρώμη, ο Descalzi επανέφερε στο προσκήνιο το ζήτημα της στρατηγικής ευαλωτότητας του ευρωπαϊκού ενεργειακού χώρου — ένα θέμα που, παρά τα χρόνια συζητήσεων, παραμένει χωρίς συστημική λύση.
Ο Descalzi τόνισε πως, παρά τις σημαντικές προσπάθειες για την πράσινη μετάβαση και την απανθρακοποίηση της οικονομίας, η Ευρώπη παραμένει κατακερματισμένη στα ενεργειακά της ζητήματα.
Σε αντίθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Κίνα ή τη Ρωσία, όπου η ενεργειακή στρατηγική χαράσσεται και εφαρμόζεται σε εθνικό επίπεδο με ενιαίο σχεδιασμό, τα ευρωπαϊκά κράτη συνεχίζουν να κινούνται το καθένα με τη δική του πορεία.
Αυτό σημαίνει ότι εντός της Ε.Ε. δεν υπάρχει κοινός μηχανισμός για:
Η κατάσταση έγινε ιδιαίτερα κρίσιμη μετά το 2022, όταν οι διακοπές στις ενεργειακές ροές και οι εκρήξεις τιμών αποκάλυψαν τις αδυναμίες του ευρωπαϊκού μοντέλου.
Η ανικανότητα ταχείας ανακατεύθυνσης ροών καυσίμων, η έλλειψη επαρκών αποθεμάτων και η ανεπαρκής συντονισμένη δράση μεταξύ των κρατών-μελών έδειξαν πόσο εξαρτημένη είναι η ήπειρος από εξωτερικούς προμηθευτές.
Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ —που διαθέτουν ίδιες πηγές φυσικού αερίου και πετρελαίου— ή την Κίνα, που έχει διαμορφώσει μακροπρόθεσμη στρατηγική ελέγχου κρίσιμων ορυκτών, η Ευρώπη αναγκάστηκε να δράσει υπό καθεστώς κρίσης.
Η τοποθέτηση του CEO της Eni αντικατοπτρίζει τη διευρυνόμενη ανησυχία του ενεργειακού κλάδου:
Η ευρωπαϊκή οικονομία, που προσπαθεί να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της ενεργειακής κρίσης και ταυτόχρονα να επιταχύνει την πράσινη μετάβαση, αντιμετωπίζει διπλή πρόκληση: να εξασφαλίσει την ενεργειακή επάρκεια, διατηρώντας παράλληλα την ανταγωνιστικότητά της.
Η απουσία ενιαίας ενεργειακής αγοράς δημιουργεί χάσμα μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Ευρώπης:
οι πρώτες διαθέτουν εναλλακτικές οδούς και ανεπτυγμένες υποδομές, ενώ οι δεύτερες παραμένουν εκτεθειμένες σε εξωτερικούς κινδύνους.
Οι ειδικοί υπενθυμίζουν ότι η ενεργειακή πολυδιάσπαση της Ε.Ε. έχει βαθιές ιστορικές ρίζες.
Από τη δεκαετία του ’90 έγιναν προσπάθειες για δημιουργία κοινού ενεργειακού χώρου, αλλά τα εθνικά συμφέροντα επικράτησαν.
Το αποτέλεσμα; Μια Ευρώπη χωρίς ενιαία ενεργειακή αρχιτεκτονική.
Ο επικεφαλής της Eni τόνισε ότι ο κύριος στόχος παραμένει η ενεργειακή μετάβαση, δηλαδή η στροφή από τα ορυκτά καύσιμα στις ανανεώσιμες πηγές.
Ωστόσο, προειδοποίησε ότι η διαδικασία δεν μπορεί να βασίζεται αποκλειστικά σε κρατικές επιδοτήσεις.
«Αν η “πράσινη” οικονομία δεν γίνει αυτοσυντηρούμενη και κερδοφόρα, το σύστημα δεν θα είναι βιώσιμο μακροπρόθεσμα», υπογράμμισε.
Η θέση αυτή αντικατοπτρίζει μια νέα ρεαλιστική προσέγγιση, που αναγνωρίζει πως ο ενεργειακός μετασχηματισμός χρειάζεται όχι μόνο πολιτική βούληση, αλλά και οικονομική λογική.
Σε έναν κόσμο έντονου γεωπολιτικού ανταγωνισμού, η σταθερότητα και προβλεψιμότητα των ενεργειακών στρατηγικών καθορίζουν πλέον την επιρροή των κρατών.
Για την Ευρώπη, η απουσία ενιαίου σχεδίου ασφάλειας και ενιαίας αγοράς σημαίνει ότι κινδυνεύει να μείνει πίσω στη διεθνή κούρσα για τεχνολογίες και πρώτες ύλες.
Καθώς ο κόσμος κινείται γρήγορα για τον έλεγχο κρίσιμων ορυκτών όπως το λίθιο, το κοβάλτιο και άλλες στρατηγικές πρώτες ύλες, η Ευρώπη —αν και διαθέτει τεχνογνωσία— στερείται άμεσης πρόσβασης σε φυσικούς πόρους και αναγκάζεται να ισορροπεί ανάμεσα σε περιβαλλοντικές φιλοδοξίες και οικονομικές ανάγκες.
Η ομιλία του Descalzi έρχεται σε μια περίοδο έντονων συζητήσεων στις Βρυξέλλες, όπου εξετάζονται προτάσεις για:
Ωστόσο, ο συντονισμός παραμένει αργός. Τα κράτη-μέλη διστάζουν να παραχωρήσουν έλεγχο βασικών πτυχών της ενεργειακής πολιτικής σε υπερεθνικούς θεσμούς, φοβούμενα απώλεια κυριαρχίας και αύξηση των εγχώριων τιμών.