Παρά την άνοδο της παραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), η Ελλάδα εξακολουθεί να καταγράφει από τις υψηλότερες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στην ευρωπαϊκή αγορά επόμενης ημέρας (DAM).
Το φαινόμενο δεν είναι νέο, αλλά τα πρόσφατα στοιχεία το αποτυπώνουν με μεγαλύτερη σαφήνεια: η ελληνική αγορά παραμένει ακριβή όχι λόγω των ΑΠΕ, αλλά λόγω του τρόπου που λειτουργεί το ενεργειακό μείγμα, των διαρθρωτικών αδυναμιών του συστήματος και της έλλειψης υποδομών αποθήκευσης.
Η νέα ανάλυση του Green Tank, σε συνδυασμό με τα αναλυτικά τεχνικά στοιχεία για την αγορά DAM, αποκαλύπτει ότι το πρόβλημα δεν είναι συγκυριακό, αλλά συστημικό.
Η χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρισμού της Ελλάδας βρίσκεται σταθερά στις ακριβότερες της Ευρώπης. Η μέση ημερήσια διακύμανση έχει ενισχυθεί, με τις τιμές να κινούνται πολύ χαμηλά τις μεσημεριανές ώρες λόγω ΑΠΕ και πολύ ψηλά το βράδυ όταν το ορυκτό αέριο γίνεται κυρίαρχο στο σύστημα.
Το 2025, η «ψαλίδα» μεταξύ της φθηνότερης ώρας (12:00–13:00) και της ακριβότερης ώρας (20:00–21:00) άγγιξε τα 143,4 ευρώ/MWh, αυξημένη κατά περίπου 15 ευρώ/MWh σε σχέση με το 2024.
Η μεταβλητότητα αυτή μεταφέρεται τελικά και στη λιανική τιμή ρεύματος.
Ένα από τα ευρήματα που κάνουν τη διαφορά είναι ότι οι ΑΠΕ μειώνουν όντως τις τιμές, αλλά μόνο όταν υπάρχει αρκετή ποσότητα και όταν το σύστημα μπορεί να αποθηκεύσει την περίσσεια παραγωγής. Στην Ελλάδα:
Το αποτέλεσμα είναι ότι το μεσημέρι οι τιμές πέφτουν, αλλά το βράδυ επιστρέφουν στο ύψος του κόστους του αερίου.
Η Ελλάδα εξακολουθεί να βασίζεται έντονα στο αέριο για παραγωγή ηλεκτρισμού. Το μέσο μερίδιο συμμετοχής του στην ηλεκτροπαραγωγή το 2025 αγγίζει το 43,9%, με συχνές ημέρες που ξεπερνά το 50%.
Το αέριο έχει τη μεγαλύτερη θετική συσχέτιση με την τιμή: όσο περισσότερη παραγωγή προέρχεται από αέριο, τόσο μεγαλύτερη είναι η τελική τιμή στην DAM.
Επιπλέον, η αυξημένη παραγωγή από αέριο τροφοδότησε και εξαγωγές ηλεκτρισμού, κάτι που κρατά υψηλή τη χονδρική τιμή εντός Ελλάδας.

Η Ελλάδα διαθέτει μόλις 0,7 GW εγκατεστημένης ισχύος αντλησιοταμίευσης.
Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος: αυτό το επίπεδο αποθήκευσης δεν επαρκεί ούτε για να εξισορροπήσει μερικές ώρες μεσημβρινής παραγωγής ΑΠΕ σε μια ημέρα υψηλής ζήτησης. Στο ίδιο χρονικό διάστημα, άλλες ευρωπαϊκές χώρες —με πρώτη την Πορτογαλία— έχουν επενδύσει συστηματικά σε αποθήκευση και πλέον μπορούν να «μεταφέρουν» φθηνή ενέργεια του μεσημεριού στις βραδινές ώρες αιχμής.
Η Πορτογαλία διαθέτει 3,71 GW αποθήκευσης, δηλαδή περισσότερο από πενταπλάσιο επίπεδο. Αυτός είναι και ο λόγος που μπορεί να μειώνει τη χρήση αερίου το βράδυ, άρα και τη μέση τιμή DAM.

Η ανάλυση αποκαλύπτει ότι:
Η διαφορά δεν είναι κλιματική ούτε τεχνολογική. Είναι διαρθρωτική.
Το σύνολο των ευρημάτων συγκλίνει σε ένα συμπέρασμα: η υψηλή εξάρτηση από αέριο και η απουσία αποθήκευσης υπονομεύουν την επίδραση των ΑΠΕ και κρατούν τις τιμές ηλεκτρισμού υψηλές.
Για να μειωθεί το κόστος χρειάζεται:
Όπως επισημαίνει η ανάλυση, ο συνδυασμός ΑΠΕ και αποθήκευσης μπορεί να αποτελέσει τον βασικό μοχλό μακροπρόθεσμης μείωσης των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας — όχι θεωρητικά, αλλά πρακτικά, όπως δείχνουν τα επιτυχημένα παραδείγματα άλλων χωρών.
Περισσότερες ειδήσεις
Υπεγράφη η εφαρμογή των πορτοκαλί τιμολογίων – Πότε θα τεθούν στην αγορά
Green Tank: Εκτός στόχων ΕΣΕΚ οι εκπομπές CO₂ της ηλεκτροπαραγωγής στην Ελλάδα στο 8μηνο του 2025
Ευρωπαϊκό «λίφτινγκ» στις υποδομές ενέργειας: Το φιλόδοξο σχέδιο της Κομισιόν για φθηνότερο ρεύμα και ενεργειακή θωράκιση