Ακολουθεί η προσωπική ιστορία μιας εργαζόμενης γυναίκας, που μέσα στο… μαστίγωμα της καθημερινότητας, αποφάσισε να αφήσει πίσω της τα πάντα, οικογένεια, φίλους, προσωπική ζωή, δουλειά, εξασφάλιση, για να ανοίξει τα φτερά της και να εξερευνήσει νέους ωκεανούς…
Πριν από περίπου 10 χρόνια η ζωή της Kaitlin Wichmann, φαινόταν να βρίσκεται σε μια τάξη. Με καταγωγή από το Κάνσας και έχοντας μόλις αποφοιτήσει από το κολέγιο, βρήκε μια δουλειά πάνω στο μάρκετινγκ στο Λος Άντζελες και ο μισθός της ήταν κάτι παραπάνω από ικανοποιητικός.
Ωστόσο η ίδια δεν ήταν ευτυχισμένη. Όπως δηλώνει στο CNBC, δεν μπορούσε να κάνει κάθε μέρα το ίδιο δρομολόγιο, να παρκάρει στο ίδιο σημείο και να μπαίνει στο ίδιο γραφείο, για να κάνει τα ίδια πράγματα.
Έτσι πήρε τη μεγάλη απόφαση να αφήσει πίσω της τα πάντα και να… την κάνει για άλλες πολιτείες, όπου η ίδια έβρισκε κάποιο νόημα παραπάνω στην προσωπική της ζωή κι ανέλιξη. Πλέον ζει και εργάζεται στη Λισαβόνα, όντας μια ανεξάρτητη digital marketer που βοηθά Αμερικανούς και Πορτογάλους πελάτες με την online διαφήμισή τους. Ορίζει το δικό της πρόγραμμα (περίπου 20 ώρες την εβδομάδα) και συχνά εργάζεται μαζί με φίλους σε χώρους συνεργασίας.
Ο βασικός μισθός της ορίζεται στα 7.000 δολ. τον μήνα, αν και πολλές φορές μπορεί να πάρει αρκετά λιγότερα ή και αρκετά περισσότερα, ενώ η ίδια δηλώνει σίγουρη, ότι κερδίζει περισσότερα ως ελεύθερη επαγγελματίας στην Πορτογαλία, παρά ως εργαζόμενη στις ΗΠΑ. Απολαμβάνει τον καλύτερο καιρό, κάνει τα χόμπι της και όπως λέει, «Σίγουρα νιώθω πιο ευτυχισμένη και πιο ήρεμη εδώ».
Πώς όμως πήρε αυτή τη μεγάλη απόφαση;
Όταν ήταν πιο μικρή, οι γονείς της, έχοντας ένα μεγάλο σπίτι, είχαν φιλοξενήσει μερικούς φοιτητές από ανταλλαγές προγραμμάτων, κάτι που της γέννησε την ιδέα, να κάνει το ίδιο όταν έρθει η ώρα να σπουδάσει κι αυτή, κάτι που εν τέλει πραγατοποίησε.
Μετακόμισε στο Λος Άντζελες για το κολέγιο και ξεκίνησε την καριέρα της εκεί, μέχρι που συνειδητοποίησε ότι δεν της άρεσε να εργάζεται σε δουλειά από τις 9 έως τις 5. «Δεν ήταν τόσο ευχάριστη για μένα αυτή η ρουτίνα. Συνειδητοποίησα λοιπόν, ότι αν ήθελα να κάνω το άλμα και να αφήσω μια εργασία πλήρους απασχόλησης, ψάχνοντας κάτι καινούργιο απ’ την αρχή, σίγουρα δεν θα μπορούσα να το κάνω αυτό μένοντας στο Λος Άντζελες».
Η Wichmann άρχισε να εργάζεται ως freelance marketing ενώ εργαζόταν πλήρους απασχόλησης σε ένα πρακτορείο, μέχρι που τελικά απέκτησε αρκετούς πελάτες για να βγάζει τα προς το ζην.
Ως ψηφιακός νομάς, ξεκίνησε να ταξιδεύει στον κόσμο, μετακομίζοντας αρχικά στο Μπαλί της Ινδονησίας το 2019 και στο Τσιάνγκ Μάι της Ταϊλάνδης στη συνέχεια. Πέρασε μερικές εβδομάδες στο Βιετνάμ και έπειτα άλλους δύο μήνες στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής.
Επέστρεψε στις ΗΠΑ και έμεινε στο Κάνσας κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19, αλλά μέχρι το 2021 ήταν έτοιμη να συνεχίσει τα πράγματα να κινούνται ξανά.
Η μετακόμιση στη Λισαβόνα και το σωστό timing
Η Wichmann έψαχνε μέρη που ήθελε να ζήσει πιο μακροπρόθεσμα, όταν θυμήθηκε ένα προηγούμενο ταξίδι της στη Μαδέρα, ένα νησί στα ανοικτά των ακτών της Πορτογαλίας. Αποφάσισε ότι η Λισαβόνα πληρούσε τις προδιαγραφές για κάτι νέο: καλός καιρός, κοντινή απόσταση σε μια παραλία, μια μεγάλη διεθνής κοινότητα και μια πόλη που επιτρέπει την πεζοπορία και επικεντρώνεται στις υγιείς δραστηριότητες.
Περίπου την ίδια εποχή, η Πορτογαλία δεχόταν μαζικά ψηφιακούς νομάδες, από πολλές χώρες συμπεριλαμβανομένων και των ΗΠΑ. Περισσότεροι από 714.000 ξένοι αποτελούσαν το 7% του πληθυσμού της Πορτογαλίας το 2021, αριθμός-ρεκόρ σύμφωνα με την Πορτογαλική Υπηρεσία Μετανάστευσης και Συνόρων.
Η Wichmann ολοκλήρωσε την αίτηση για τη βίζα παθητικού εισοδήματος D7 εξ αποστάσεως σύμφωνα με αυστηρές οδηγίες Covid: Υπέβαλε τα δακτυλικά της αποτυπώματα, άνοιξε έναν πορτογαλικό τραπεζικό λογαριασμό με 10.000 ευρώ (περίπου 11.600 δολάρια), έλαβε ΑΦΜ και υπέγραψε μισθωτήριο συμβόλαιο για ένα διαμέρισμα.
Η βίζα της παρείχε κάλυψη τεσσάρων μηνών, για να ξεκινήσει στην Πορτογαλία και, μόλις έφτασε, υπέβαλε αίτηση για άδεια παραμονής για δύο χρόνια, ενώ ανανέωσε τη βίζα της το 2023, δίνοντάς της άλλα τρία χρόνια παραμονής.
Το πιο δύσκολο εμπόδιο, στην όλη υπόθεση, ωστόσο ήταν -και είναι- η εκμάθηση της γλώσσας, με την ίδια να έχει αφιερώσει πολύ χρόνο και χρήμα για να μάθει να μιλά άπταιστα στα πορτογαλικά.
Η διαχείριση των χρημάτων ανά μήνα
Η Wichmann τονίζει, ότι επέλεξε τη γειτονιά στην οποία ζει επειδή είναι εύκολα προσβάσιμη με τα πόδια και δεν απέχει πολύ από το κέντρο της Λισαβόνας, το οποίο έχει πολλά εστιατόρια, καφετέριες και άλλες δραστηριότητες.
Ως ελεύθερη επαγγελματίας με ακαθόριστο εισόδημα, η Wichmann στοχεύει να πληρώνει για τον εαυτό της 3.000 δολάρια το μήνα, πριν αφιερώσει τα υπόλοιπα στις πληρωμές του φοιτητικού της δανείου, στις αποταμιεύσεις και στις επενδύσεις. Έχει ένα εξαμηνιαίο ταμείο έκτακτης ανάγκης και πάνω από 200.000 δολ. σε συνταξιοδοτικούς και άλλους επενδυτικούς λογαριασμούς.
Όπως δηλώνει η ίδια, μένει ενεργή και περνά τον χρόνο της στη Λισαβόνα μέσα από την ενασχόλησή της με αθλήματα, χόμπι και συμμετοχή σε κοινωνικές και αθλητικές ομάδες.
Κοιτάζοντας το μέλλον
Αν υπάρχει ένα πράγμα που της λείπει από τις ΗΠΑ, «είναι το πόσο γρήγορα μπορείς να παραλάβεις οτιδήποτε θέλεις στην πόρτα σου», λέει, αλλά σίγουρα αυτό δεν είναι αρκετό, για να αμαυρώσει την άποψή της για την Πορτογαλία.
«Όταν μετακόμισα στη Λισαβόνα, το σχέδιό μου ήταν να ζήσω εδώ τουλάχιστον πέντε χρόνια και μετά να αποφασίσω τι θα κάνω», λέει η Wichmann. Αλλά προς το παρόν, «δεν βλέπω τον εαυτό μου να μετακομίζω πουθενά αλλού, τουλάχιστον εκτός Πορτογαλίας. Απλώς μου αρέσει πολύ εδώ».
Οι οικονομικοί της στόχοι δεν είναι κάτι που την τρομάζει, αφού σκέφτεται πιο μετριοπαθώς: Στοχεύει απλώς στο να μπορεί να πληρώνει τους λογαριασμούς της και ίσως μια μέρα να αγοράσει ένα σπίτι στην Πορτογαλία.
Όσο για την καριέρα της, η Wichmann βλέπει τη δουλειά της ως μέσο για να ζήσει μια πιο ολοκληρωμένη ζωή. «Όταν ζούσα στο Λος Άντζελες, η ζωή μου περιστρεφόταν σχεδόν γύρω από την εργασία», λέει. Τώρα, «η ζωή μου περιστρέφεται γύρω από εμένα και η δουλειά έρχεται σε δεύτερο πλάνο».
«Θέλω να δείξω στους ανθρώπους ότι υπάρχει κι ένας τρόπος εργασίας που δεν είναι το παραδοσιακό ωράριο 9 με 5 και να τους δώσω να καταλάβουν, ότι μπορούν να ζήσουν τη ζωή τους στο έπακρο», καταλήγει.