Για την πραγματική εικόνα της ελληνικής οικονομίας, τις προκλήσεις του τραπεζικού συστήματος και τη μάχη με την ακρίβεια, μίλησε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, στη ραδιοφωνική του συνέντευξη στα «Παραπολιτικά 90,1».
Με φόντο τη σταθερή –αλλά όχι ξέφρενη– ανάπτυξη και τη σταδιακή ομαλοποίηση των αγορών, ο κεντρικός τραπεζίτης έστειλε σαφές μήνυμα: ανάπτυξη με ρέγουλα, όχι με φούσκες.
Τόνισε ότι η χώρα χρειάζεται περισσότερες τράπεζες και μεγαλύτερο ανταγωνισμό, αυξήσεις μισθών με μέτρο και αντίκρισμα στην παραγωγικότητα, αλλά και επενδύσεις που θα μετατρέψουν την ανάπτυξη σε πραγματικό πλούτο για την κοινωνία.
Ο κ. Στουρνάρας αναγνώρισε πως το περιθώριο επιτοκίων μεταξύ καταθέσεων και δανείων – το γνωστό spread – παραμένει από τα υψηλότερα στην Ευρώπη. Όπως είπε, οι τράπεζες έχουν κόστη, προβλέψεις για «κόκκινα» δάνεια και ανάγκη για κερδοφορία ώστε να στηρίξουν τη χρηματοδότηση της οικονομίας.
Ωστόσο, υπογράμμισε ότι το πρόβλημα είναι και δομικό: «Το τραπεζικό μας σύστημα είναι πολύ συγκεντρωμένο. Χρειαζόμαστε περισσότερες τράπεζες, όχι λιγότερες».
Ο διοικητής αναφέρθηκε στις προσπάθειες για τη δημιουργία ενός «πέμπτου πόλου», μέσα από τη συγχώνευση μικρότερων τραπεζών (όπως η Credia Bank), ώστε να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός απέναντι στις συστημικές. «Μόνο έτσι θα πιεστούν τα επιτόκια προς τα κάτω», τόνισε.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της ΤτΕ, ο πληθωρισμός έχει επιστρέψει κοντά στο 2%, όμως οι τιμές δεν πέφτουν συνολικά, όπως περίμεναν οι πολίτες.
«Ο πληθωρισμός δείχνει πόσο αυξάνονται οι τιμές, όχι αν μειώνονται», εξήγησε. Παρότι κάποιες τιμές, όπως στην ενέργεια, έχουν υποχωρήσει, άλλες – κυρίως στα τρόφιμα – μένουν ψηλά.
Ο κ. Στουρνάρας απέδωσε το φαινόμενο κυρίως σε διεθνείς παράγοντες (πόλεμος στην Ουκρανία, κλιματική κρίση), αλλά και σε ολιγοπωλιακές δομές της ελληνικής αγοράς: «Υπάρχει μεγάλη συγκέντρωση σε τρόφιμα, καύσιμα, τράπεζες και ιδιωτική υγεία. Χρειάζεται περισσότερος ανταγωνισμός και λιγότερη γραφειοκρατία για να ανοίγουν νέες επιχειρήσεις».
Για το ζήτημα των μισθών, ο διοικητής τόνισε ότι έχουν υπάρξει πραγματικές αυξήσεις στα τελευταία χρόνια, κυρίως στην εξαρτημένη εργασία, καθώς μειώθηκαν και οι φόροι και οι εισφορές.
Ωστόσο, προειδοποίησε ότι οι αυξήσεις πρέπει να συμβαδίζουν με την παραγωγικότητα.
«Αν δίνουμε αυξήσεις χωρίς να αυξάνεται η παραγωγή, κινδυνεύουμε να χάσουμε την ανταγωνιστικότητα και να ξαναζήσουμε λάθη του παρελθόντος», είπε χαρακτηριστικά.
Η Τράπεζα της Ελλάδος, όπως εξήγησε, εισηγείται πιο «συγκρατημένες» αυξήσεις από αυτές που τελικά δίνονται, γιατί λαμβάνει υπόψη τη συνολική εικόνα της οικονομίας και των επιχειρήσεων.
Ο Στουρνάρας χαρακτήρισε «πολύ θετικό» το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει ήδη λάβει πάνω από 21 δισ. ευρώ από τα 36 δισ. του Ταμείου Ανάκαμψης, βρισκόμενη στην πρώτη εξάδα απορρόφησης στην ΕΕ.
«Δεν βλέπω κίνδυνο να χαθούν πόροι, αρκεί να συνεχίσουμε να προχωρούμε τις μεταρρυθμίσεις στην πράσινη ενέργεια, την ψηφιακή μετάβαση και την εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού», σημείωσε.
Παράλληλα, τόνισε ότι το εμπορικό έλλειμμα της χώρας δεν είναι σημάδι αδυναμίας, αλλά αποτέλεσμα της αύξησης των επενδύσεων: «Εισάγουμε μηχανήματα γιατί επενδύουμε. Το ζητούμενο είναι να φτάσουμε να τα φτιάχνουμε κι εδώ».
Για το δημόσιο χρέος, ο διοικητής δήλωσε πως παραμένει βιώσιμο, εφόσον η χώρα διατηρήσει πρωτογενές πλεόνασμα 2% του ΑΕΠ.
Τόνισε ότι τα ελληνικά ομόλογα σήμερα έχουν αποδόσεις κοντά στον μέσο όρο της Ευρώπης, ακόμη και χαμηλότερες από κάποιες ισχυρότερες οικονομίες.
«Αυτό είναι καθρέφτης εμπιστοσύνης. Παλιά μας θεωρούσαν ρίσκο, τώρα είμαστε στο ίδιο τραπέζι με τις μεγάλες χώρες», είπε.
Αναφερόμενος στη διεθνή συγκυρία, ο Στουρνάρας σημείωσε ότι η άνοδος του χρυσού αντικατοπτρίζει την αβεβαιότητα των τελευταίων ετών: πανδημία, πόλεμος, δασμοί των ΗΠΑ, πολιτικές πιέσεις στη Fed. Μέσα σε αυτή τη μεταβλητότητα, βλέπει και μια ευκαιρία: «Το ευρώ μπορεί να ενισχύσει τον διεθνή του ρόλο απέναντι στο δολάριο».
Κλείνοντας, ο διοικητής της ΤτΕ υπογράμμισε ότι η Ελλάδα έχει αφήσει οριστικά πίσω της την κρίση, αλλά χρειάζεται σταθερότητα και συνέπεια για να συνεχίσει.
«Η χώρα δέχτηκε ένα μεγάλο χαστούκι, αλλά σηκώθηκε. Σήμερα δίνει το παράδειγμα στην Ευρώπη. Η πρόοδος είναι πραγματική, αλλά δεν είναι δεδομένη».