Η κλιματική αλλαγή εκτοπίζει ολοένα και περισσότερους ανθρώπους εντός των συνόρων των χωρών τους, με κυκλώνες, πλημμύρες και ακραία καιρικά φαινόμενα να ευθύνονται για σχεδόν το σύνολο των 45,8 εκατομμυρίων εσωτερικών μετακινήσεων το 2024. Πρόκειται για σχεδόν διπλάσιο αριθμό σε σχέση με τον ετήσιο μέσο όρο της προηγούμενης δεκαετίας, σύμφωνα με το Euronews.
Αυτό αποκαλύπτει η νέα Παγκόσμια Έκθεση του Internal Displacement Monitoring Centre (IDMC), η οποία διαπιστώνει ότι στο τέλος του 2024 ο αριθμός των εσωτερικά εκτοπισμένων ξεπέρασε τα 80 εκατομμύρια για πρώτη φορά στην ιστορία. Συνολικά, 83,4 εκατομμύρια άνθρωποι εκτοπίστηκαν εντός της χώρας τους εξαιτίας συγκρούσεων, βίας και κλιματικών καταστροφών — ένας αριθμός αντίστοιχος του πληθυσμού της Γερμανίας και διπλάσιος σε σύγκριση με πριν από μόλις έξι χρόνια.
«Ο εσωτερικός εκτοπισμός είναι το σημείο στο οποίο συγκρούονται η σύγκρουση, η φτώχεια και το κλίμα, πλήττοντας πιο σκληρά τους πιο ευάλωτους», τονίζει η Alexandra Bilak, διευθύντρια του IDMC.
Η Sarah Rosengaertner, αναπληρώτρια γενική διευθύντρια του Global Centre for Climate Mobility (GCCM), χαρακτηρίζει τα στοιχεία «λυπηρά αλλά όχι απρόσμενα» και σημειώνει:
«Ο κόσμος έχει ήδη φτάσει –αν δεν έχει ξεπεράσει– το κρίσιμο όριο του 1,5°C υπερθέρμανσης. Δυστυχώς, αυτό σημαίνει ότι θα δούμε περισσότερες καταστροφές και ακόμη περισσότερους εκτοπισμούς στα επόμενα χρόνια και δεκαετίες».
Το IDMC — οργανισμός του Norwegian Refugee Council — μετρά κάθε μετακίνηση ως μία εσωτερική μετατόπιση. Έτσι, οι 45,8 εκατομμύρια καταγεγραμμένες μετακινήσεις αναφέρονται σε περιστατικά εκκένωσης και όχι σε μεμονωμένα άτομα.
Στις 31 Δεκεμβρίου 2024, 9,8 εκατομμύρια άνθρωποι είχαν εκτοπιστεί λόγω φυσικών καταστροφών, αύξηση 29% σε σχέση με το 2023 και διπλάσιος αριθμός σε σχέση με μόλις πέντε χρόνια πριν.
Σύμφωνα με την έκθεση Global Report on Internal Displacement (GRID), το 99,5% των εκτοπισμών λόγω καταστροφών οφειλόταν σε φαινόμενα που σχετίζονται με το κλίμα.
Οι κυκλώνες — όπως οι Helene και Milton στις ΗΠΑ και ο τυφώνας Yagi στην Ανατολική Ασία — ευθύνονταν για το 54% των μετακινήσεων, ενώ οι πλημμύρες αντιστοιχούσαν στο 42%, με σοβαρά περιστατικά από το Τσαντ μέχρι τη Βραζιλία, το Αφγανιστάν, τις Φιλιππίνες και την Ευρώπη.
Πολλές από τις μετακινήσεις ήταν προληπτικές εκκενώσεις που έσωσαν ζωές σε χώρες όπως οι ΗΠΑ, οι Φιλιππίνες και το Μπαγκλαντές, αποδεικνύοντας ότι η μετακίνηση μπορεί να λειτουργήσει ως θετικός μηχανισμός προσαρμογής.
Οι ΗΠΑ κατέγραψαν 11 εκατομμύρια μετακινήσεις, αριθμός-ρεκόρ για οποιαδήποτε χώρα.
Παρότι οι φυσικές καταστροφές επιδεινώνονται, το 90% των εσωτερικά εκτοπισμένων στο τέλος του 2024 (73,5 εκατομμύρια) είχαν φύγει λόγω ένοπλων συγκρούσεων. Στο Σουδάν, ο εμφύλιος πόλεμος προκάλεσε 11,6 εκατομμύρια εκτοπισμούς, τον υψηλότερο αριθμό σε μία μόνο χώρα. Παράλληλα, σχεδόν ολόκληρος ο πληθυσμός της Γάζας είχε εκτοπιστεί — κάποιοι έως και 10 φορές μέσα σε έναν χρόνο.
Ο αριθμός των χωρών που ανέφεραν εκτοπισμούς λόγω και συγκρούσεων και καταστροφών τριπλασιάστηκε από το 2009.
Περισσότερο από το 75% των εκτοπισμένων λόγω βίας ζούσαν σε χώρες με υψηλό ή πολύ υψηλό βαθμό ευαλωτότητας στην κλιματική αλλαγή, σύμφωνα με ανάλυση του IDMC και της Notre Dame Global Adaptation Initiative.
«Η κλιματική αλλαγή αυξάνει τον κίνδυνο εκτοπισμού και εντείνει την ευαλωτότητα των εκτοπισμένων, ειδικά σε περιοχές που ήδη πλήττονται από βία», εξηγεί ο Vicente Anzellini, υπεύθυνος ανάλυσης του IDMC.
Αυτή η σύγκλιση κρίσεων καθιστά τις καταστάσεις πιο περίπλοκες και παρατεταμένες, δυσκολεύοντας την εξεύρεση βιώσιμων λύσεων.
Ο Anzellini επισημαίνει πως η διαχείριση του εκτοπισμού απαιτεί τόσο άμεσες παρεμβάσεις όσο και μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Χρειάζεται ανθρωπιστική βοήθεια, αλλά και επενδύσεις στην προσαρμογή και μετριασμό της κλιματικής αλλαγής.
Η Rosengaertner αναφέρει πως απαιτείται μια ευρεία συμμαχία από πολιτικούς, τεχνοκράτες, επιχειρηματίες και κοινωνικούς ηγέτες για δράσεις που:
Οι αστικές περιοχές θα βρεθούν στην πρώτη γραμμή υποδοχής των εκτοπισμένων και πρέπει να είναι έτοιμες να τους προσφέρουν ασφάλεια και ευκαιρίες.
Ο εσωτερικός εκτοπισμός αποτελεί σαφή μορφή «απώλειας και ζημίας» (Loss & Damage), μια νέα κατηγορία χρηματοδότησης που συμφωνήθηκε το 2022 στη Διάσκεψη για το Κλίμα του ΟΗΕ.
Ωστόσο, ο Anzellini προειδοποιεί πως η τρέχουσα χρηματοδότηση είναι ανεπαρκής και δεν καλύπτει το πραγματικό κόστος.
«Ο κίνδυνος εκτοπισμού δεν αποτελεί ακόμη προτεραιότητα όταν οι κυβερνήσεις αναζητούν πόρους για κλιματική προσαρμογή», σημειώνει η Rosengaertner.
Οι περικοπές στην ανθρωπιστική βοήθεια από πλούσιες χώρες επιδεινώνουν την κατάσταση, περιορίζοντας παράλληλα και τα συστήματα παρακολούθησης του φαινομένου.
«Ήδη χάνονται ζωές εξαιτίας αυτών των περικοπών», προειδοποιεί.
Παρόλα αυτά, αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο αναθεώρησης της αναπτυξιακής βοήθειας, ίσως μέσα από ενίσχυση του εμπορίου, μεταφορά τεχνολογίας και βελτίωση της κινητικότητας εργασίας.
Το κρίσιμο ζητούμενο, καταλήγει, είναι να φτάσουν περισσότεροι πόροι εκεί που πραγματικά χρειάζονται: σε χώρες και κοινότητες που κινδυνεύουν.