MENU

Νέα περιβαλλοντική «βόμβα» για την αυτοκινητοβιομηχανία — Στο εδώλιο Mercedes, Renault, Ford και Stellantis

Μαζική αγωγή 6 δισ. λιρών για παραποίηση εκπομπών – Η σκιά του dieselgate επιστρέφει

Μερικοί από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές αυτοκινήτων στον κόσμο φέρονται να χειραγώγησαν τα τεστ εκπομπών ρύπων σε πετρελαιοκίνητα οχήματα, επειδή –όπως υποστηρίζουν οι ενάγοντες– «προτίμησαν να εξαπατήσουν παρά να τηρήσουν τον νόμο».

Η υπόθεση, που αφορά πάνω από 1,6 εκατομμύρια οδηγούς, ξεκίνησε τη Δευτέρα στο Ανώτατο Δικαστήριο του Λονδίνου, σηματοδοτώντας την έναρξη μιας από τις μεγαλύτερες συλλογικές δίκες στην ιστορία της βρετανικής δικαιοσύνης.

Δέκα χρόνια μετά το περιβόητο «dieselgate» που κόστισε στη Volkswagen δισεκατομμύρια ευρώ, οι ενάγοντες στρέφονται τώρα κατά των ανταγωνιστών της, κατηγορώντας τις Mercedes-Benz, Ford, Nissan, Renault και τις μάρκες Peugeot και Citroën (που ανήκουν στη Stellantis) για παράνομη παραποίηση των μετρήσεων ρύπων στα πετρελαιοκίνητα μοντέλα τους, κατασκευής 2012–2017.

Οι αγωγές υποστηρίζουν ότι οι εταιρείες χρησιμοποίησαν παράνομα “defeat devices” –λογισμικό που αντιλαμβάνεται πότε ένα όχημα υποβάλλεται σε εργαστηριακό τεστ και ρυθμίζει τον κινητήρα ώστε οι εκπομπές οξειδίων του αζώτου (NOx) να παραμένουν εντός των νομικών ορίων μόνο σε συνθήκες δοκιμής.

Στον δρόμο όμως, σύμφωνα με τους δικηγόρους των εναγόντων, οι πραγματικές εκπομπές ήταν πολλαπλάσιες – σε ορισμένες περιπτώσεις έως και 12 φορές πάνω από τα όρια, προκαλώντας σοβαρή περιβαλλοντική ρύπανση και θεμελιώνοντας δικαίωμα αποζημίωσης των καταναλωτών.

Οι κατασκευαστές απορρίπτουν τις κατηγορίες

Οι εταιρείες υποστηρίζουν ότι οι αγωγές στερούνται βάσης και πως υπάρχουν τεχνικοί λόγοι για τους οποίους τα συστήματα ελέγχου ρύπων λειτουργούν διαφορετικά ανάλογα με τις συνθήκες.

Απορρίπτουν επίσης κάθε ομοιότητα με το σκάνδαλο της Volkswagen το 2015, όταν ο γερμανικός κολοσσός παραδέχτηκε τη χρήση defeat devices –μια υπόθεση που άφησε «μακρά σκιά» στη βιομηχανία αυτοκινήτου.

Η δίκη για τα “defeat devices” ξεκινά

Η δίκη αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2026, με την απόφαση να εκδοθεί στα μέσα του έτους.
Θα εξεταστούν 20 αντιπροσωπευτικά πετρελαιοκίνητα οχήματα από τις πέντε εταιρείες, τις οποίες έχουν μηνύσει σχεδόν 850.000 ενάγοντες.

Το Δικαστήριο θα αποφανθεί αν τα συγκεκριμένα μοντέλα έφεραν απαγορευμένες συσκευές παραποίησης, ενώ το ζήτημα των αποζημιώσεων θα εξεταστεί σε δεύτερη φάση.

Η απόφαση θα ισχύσει και για περίπου 800.000 επιπλέον αγωγές κατά άλλων κατασκευαστών, όπως Vauxhall/Opel και BMW, που ανήκουν επίσης στη Stellantis.

Δεν είναι η πρώτη φορά που το High Court του Λονδίνου εξετάζει τέτοια υπόθεση – το 2020 είχε ήδη αποφανθεί εις βάρος της Volkswagen, η οποία το 2022 προχώρησε σε εξωδικαστικό συμβιβασμό χωρίς να παραδεχθεί ενοχή.

Μέχρι σήμερα, η VW έχει καταβάλει πάνω από 32 δισ. ευρώ σε ανακλήσεις οχημάτων, πρόστιμα και νομικά κόστη, ενώ ο πρώην διευθύνων σύμβουλος Martin Winterkorn αντιμετώπισε ποινικές διώξεις, αν και η δίκη του ανεστάλη για λόγους υγείας νωρίτερα μέσα στον μήνα.

Το σκάνδαλο, ωστόσο, ξεπέρασε τα όρια της VW, αγγίζοντας και άλλους κατασκευαστές και προμηθευτές που κατέβαλαν πρόστιμα ή προχώρησαν σε συμβιβασμούς στις ΗΠΑ και αλλού.

«Προτίμησαν να εξαπατήσουν παρά να συμμορφωθούν»

Ο δικηγόρος των εναγόντων Tom de la Mare δήλωσε ότι οι αυτοκινητοβιομηχανίες έλαβαν «συνειδητή απόφαση» να βάλουν την άνεση του πελάτη πάνω από την προστασία του περιβάλλοντος, υιοθετώντας μια νοοτροπία που συνοψίζεται στη φράση:

«Προτιμούμε να εξαπατήσουμε παρά να τηρήσουμε τον νόμο».

Οι εταιρείες απορρίπτουν τη «μακρά σκιά» του dieselgate

Οι κατασκευαστές που βρίσκονται στο επίκεντρο της δίκης απορρίπτουν τον ισχυρισμό ότι επαναλαμβάνεται το ίδιο σενάριο με τη VW.

Ο δικηγόρος της Renault, Alexander Antelme, τόνισε ότι οι ενάγοντες βασίζουν την υπόθεσή τους σε μια «λανθασμένη παραδοχή», ότι δηλαδή τα χαρακτηριστικά του «VW dieselgate» ισχύουν για όλη τη βιομηχανία.

Οι εταιρείες επισημαίνουν επίσης πως η μείωση των εκπομπών NOx συχνά οδηγεί σε αύξηση άλλων ρύπων, ενώ υπάρχουν τεχνικοί και λόγοι ασφαλείας για τη διαφορετική ρύθμιση των συστημάτων.

Όπως υποστήριξε ο Antelme, κάθε μέθοδος ελέγχου ρύπων απαιτεί ισορροπία μεταξύ διαφορετικών τύπων εκπομπών και της ανάγκης το πετρελαιοκίνητο μοτέρ να λειτουργεί ομαλά και με ασφάλεια.

Το ύψος των αξιώσεων από πλευράς εναγόντων εκτιμάται σε περίπου 6 δισεκατομμύρια λίρες (περίπου 8 δισ. δολάρια).

Σχετικά Άρθρα