Στην Ελλάδα, όταν μιλάμε για ηλεκτρονικό εμπόριο, μέχρι πρόσφατα αναφερόμασταν στο B2C (Business to Consumer), δηλαδή τις ηλεκτρονικές πωλήσεις προς τον τελικό καταναλωτή: τα γνωστά e-shops. Όμως, ένα μεγάλο μέρος της πραγματικής οικονομικής δραστηριότητας βρίσκεται στο B2B (Business to Business), δηλαδή στις συναλλαγές από επιχείρηση προς επιχείρηση: χονδρική, εφοδιαστικές αλυσίδες, συνεργασίες παραγωγών-προμηθευτών-καταστημάτων.
Με απλά λόγια B2C είναι: η εταιρεία πουλάει στον πελάτη (καταναλωτή) και B2B: η εταιρεία πουλάει σε άλλες επιχειρήσεις. Όπως εκτιμά η διευθύνουσα σύμβουλος της Generation Y, Εύη Μπουκώρου-Γεωργουδά, το B2B eCommerce συχνά παρερμηνεύεται ως μια απλή online φόρμα παραγγελίας. Στην πραγματικότητα, αποτελεί την ψηφιακή υποδομή που εκτελεί την εμπορική στρατηγική μιας εταιρείας, με συνέπεια και ακρίβεια, σε πραγματικό χρόνο. Δεν είναι ένα e-shop για επαγγελματίες. Πρόκειται για ένα σύστημα όπου κάθε συνεργάτης βλέπει τις δικές του τιμές, ισχύουν τα δικά του πιστωτικά όρια, εμφανίζονται οι δικές του συμφωνίες και διαθεσιμότητες και οι παραγγελίες ακολουθούν ροές έγκρισης και εμπορικούς κανόνες που έχει ορίσει η επιχείρηση.
Σύμφωνα με παραδείγματα της GY στην πράξη λειτουργεί ως εξής:
Ταχύτητα και ομαλή ροή παραγγελιών: Ο συνεργάτης παραγγέλνει οποιαδήποτε στιγμή, χωρίς αναμονή ή διευκρινίσεις. Ο κύκλος πώλησης γίνεται πιο σύντομος.
2. Μείωση λαθών και παρερμηνειών: Οι κανόνες τιμών, πίστωσης και αποθεμάτων εφαρμόζονται αυτόματα. Τα λάθη μειώνονται και το after-sales ανακουφίζεται.
3. Διαφάνεια και έλεγχος: Όλες οι κινήσεις καταγράφονται. Η διοίκηση έχει εικόνα πραγματικού χρόνου. Οι συνεργασίες στηρίζονται σε δεδομένα, όχι σε διαπροσωπικές συνεννοήσεις.
4. Οργάνωση και ποιοτική εμπειρία συνεργατών: Ο συνεργάτης βλέπει καθαρά τι ισχύει για εκείνον: τιμές, υπόλοιπα, ιστορικό. Η σχέση γίνεται πιο επαγγελματική και σταθερή.
Περισσότερες ειδήσεις
Τι συμβαίνει με το Shein; Το σκάνδαλο που συγκλονίζει την Ευρώπη