Σε περικοπή 2.000 θέσεων εργασίας παγκοσμίως προχωρά η Exxon Mobil στο πλαίσιο μακροπρόθεσμου σχεδίου αναδιάρθρωσης, σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg την Τρίτη (30/9), προσθέτοντας ακόμη ένα «κύμα» απολύσεων στη βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου μέσα στο 2025.
Οι περικοπές αντιστοιχούν σε περίπου 3% με 4% του συνολικού εργατικού δυναμικού της εταιρείας και αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής για βελτίωση της αποδοτικότητας, όπως τόνισε ο CEO Darren Woods σε μήνυμά του προς τους εργαζομένους.
Ο αμερικανικός ενεργειακός κολοσσός, μετά και την εξαγορά ύψους 60 δισ. δολαρίων της Pioneer Natural Resources το 2024, έχει προχωρήσει σε εκτεταμένη αναδιάρθρωση. Τον Νοέμβριο του περασμένου έτους, σε σχετική ανακοίνωση, είχε γνωστοποιήσει περικοπές σχεδόν 400 θέσεων εργασίας στο Τέξας.
Σε ανακοίνωση μέσω email την Τρίτη, η Exxon Mobil ανέφερε:
«Έχουμε δει την αξία του να συγκεντρώνουμε τις ομάδες μας στον ίδιο χώρο… ευθυγραμμίζουμε το παγκόσμιο αποτύπωμά μας με το επιχειρησιακό μας μοντέλο και φέρνουμε τα τμήματά μας πιο κοντά».
Μαζικό κύμα περικοπών στην ενέργεια
Μία ημέρα νωρίτερα, η καναδική Imperial Oil –στην οποία η Exxon κατέχει σημαντικό μερίδιο– ανακοίνωσε περικοπές 20% στο εργατικό της δυναμικό και κλείσιμο δραστηριοτήτων στο Κάλγκαρι.
Το κύμα απολύσεων δεν περιορίζεται μόνο στην Exxon. Η Chevron σχεδιάζει περικοπές 15% με 20% του προσωπικού της, η BP έχει ανακοινώσει μείωση άνω του 5%, ενώ η ConocoPhillips σκοπεύει να μειώσει το εργατικό της δυναμικό κατά 20% έως 25%.
Συνολικά, στις ΗΠΑ, οι θέσεις εργασίας στον κλάδο πετρελαίου και φυσικού αερίου μειώθηκαν κατά 4.700 στο πρώτο εξάμηνο του 2025, σύμφωνα με στοιχεία της αγοράς εργασίας του Τέξας.
Παράλληλα, η δραστηριότητα σε βασικές παραγωγικές πολιτείες όπως το Τέξας, η Λουιζιάνα και το Νέο Μεξικό παρουσίασε μικρή κάμψη στο τρίτο τρίμηνο. Σύμφωνα με έρευνα της Federal Reserve Bank of Dallas, αρκετά στελέχη του κλάδου αναφέρουν σημαντικές καθυστερήσεις στις επενδυτικές αποφάσεις λόγω της μεταβλητότητας στις τιμές.
Το Brent καταγράφει πτώση περίπου 10,5% από τις αρχές του έτους, επηρεασμένο από την αυξημένη παραγωγή του OPEC+ και την αβεβαιότητα που συνδέεται με την εμπορική πολιτική των ΗΠΑ.