Οι μεγαλύτερες χώρες παραγωγής πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα προχωρούν σε τεράστια επενδυτικά σχέδια που υπονομεύουν τις παγκόσμιες δεσμεύσεις για το κλίμα, προειδοποιεί νέα έκθεση.
Η Συμφωνία του Παρισιού έχει ως στόχο να κρατήσει την άνοδο της παγκόσμιας θερμοκρασίας κάτω από τους 2°C και, ιδανικά, να τη περιορίσει στους 1,5°C. Για να επιτευχθεί αυτό, οι χώρες οφείλουν να μειώσουν άμεσα τις επενδύσεις σε άνθρακα, πετρέλαιο και αέριο.
Ωστόσο, η έκθεση αποκαλύπτει ότι ορισμένοι από τους μεγαλύτερους παραγωγούς ορυκτών καυσίμων σχεδιάζουν ακόμη περισσότερη παραγωγή απ’ ό,τι στο παρελθόν, θέτοντας σε κίνδυνο τους κλιματικούς στόχους. Συγκεκριμένα, οι κυβερνήσεις σκοπεύουν να παράγουν έως το 2030 σχεδόν 120% περισσότερα ορυκτά καύσιμα σε σχέση με τα επίπεδα που είναι συμβατά με τον περιορισμό της θέρμανσης στους 1,5°C.
Ακόμη και σε σχέση με τον πιο «χαλαρό» στόχο των 2°C, τα σχέδιά τους συνεπάγονται 77% περισσότερη παραγωγή από ό,τι απαιτείται.
Η έκθεση, που συντάχθηκε από το Stockholm Environment Institute (SEI), το Climate Analytics και το International Institute for Sustainable Development (IISD), αξιολόγησε τα σχέδια παραγωγής άνθρακα, πετρελαίου και φυσικού αερίου των κυβερνήσεων.
Συγκρίθηκαν τα σχέδια αυτά με τα επίπεδα παραγωγής που απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων της Συμφωνίας του Παρισιού. Οι αναλυτές εξέτασαν 20 κορυφαίες χώρες παραγωγούς: Αυστραλία, Βραζιλία, Καναδάς, Κίνα, Κολομβία, Γερμανία, Ινδία, Ινδονησία, Καζακστάν, Κουβέιτ, Μεξικό, Νιγηρία, Νορβηγία, Κατάρ, Ρωσία, Σαουδική Αραβία, Νότια Αφρική, ΗΑΕ, Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ. Μαζί, ευθύνονται για το 80% της παγκόσμιας παραγωγής ορυκτών καυσίμων.
Το λεγόμενο “production gap” (χάσμα παραγωγής) είχε αξιολογηθεί τελευταία φορά το 2023, όταν βρισκόταν στο +110% πάνω από την πορεία των 1,5°C και στο +69% για τους 2°C. Έκτοτε, το χάσμα μεγάλωσε. Σήμερα, οι χώρες σχεδιάζουν να αυξήσουν ακόμη περισσότερο την παραγωγή άνθρακα και αερίου: η παραγωγή άνθρακα που προγραμματίζεται για το 2030 είναι 7% υψηλότερη από ό,τι είχε εκτιμηθεί πριν δύο χρόνια, ενώ για το φυσικό αέριο είναι 5% υψηλότερη.
Η έκθεση του 2025 προβλέπει ότι μέχρι το 2050 η συνολική παραγωγή ορυκτών καυσίμων θα είναι:
Όπως τονίζει ο Derik Broekhoff (SEI), «ενώ πολλές χώρες έχουν δεσμευτεί για μετάβαση σε καθαρή ενέργεια, πολλές άλλες δείχνουν παγιδευμένες σε ένα μοντέλο εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα, σχεδιάζοντας μάλιστα μεγαλύτερη παραγωγή απ’ ό,τι πριν από δύο χρόνια».
Σύμφωνα με την έκθεση, και οι 20 χώρες συνεχίζουν να παρέχουν σημαντική οικονομική και πολιτική στήριξη στην παραγωγή ορυκτών καυσίμων.
Ωστόσο, η εφαρμογή και η διάδοση τέτοιων πολιτικών παραμένει ανεπαρκής.
Όπως σημειώνει η Emily Ghosh (SEI):
«Οι κυβερνήσεις πρέπει να δεσμευτούν στην επέκταση των ΑΠΕ, στην σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων, στη διαχείριση της ζήτησης ενέργειας και στην κοινοτικά προσανατολισμένη ενεργειακή μετάβαση, ώστε να τηρηθούν οι υποχρεώσεις της Συμφωνίας του Παρισιού. Χωρίς αυτές τις δεσμεύσεις, κάθε καθυστέρηση θα εγκλωβίσει περισσότερες εκπομπές και θα επιδεινώσει τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στους πιο ευάλωτους πληθυσμούς».