Για δεκαετίες, η δημόσια συζήτηση γύρω από τα μεγάλα έργα υποδομών στην Ελλάδα επαναλαμβάνει το ίδιο σενάριο: Φιλόδοξες εξαγγελίες, υψηλές προσδοκίες και, στη συνέχεια, καθυστερήσεις, αναθεωρήσεις, ενστάσεις και χρονοδιαγράμματα που μετακινούνται διαρκώς προς τα πίσω. Η επικρατούσα αντίληψη είναι ότι τα προβλήματα εμφανίζονται κατά την κατασκευή, ωστόσο, η εμπειρία δείχνει ότι τα περισσότερα έχουν ήδη «χτιστεί» πολύ νωρίτερα, στο στάδιο του σχεδιασμού και της ωρίμανσης. Όπως επισημαίνεται σταθερά από τον Σύνδεσμο Ελληνικών Εταιρειών – Γραφείων Μελετών (ΣΕΓΜ), οι καθυστερήσεις δεν γεννιούνται στο εργοτάξιο, αλλά στο χαρτί, όταν από την αρχή γίνονται παραλείψεις, υποεκτιμώνται κίνδυνοι και λαμβάνονται αποφάσεις με ελλιπή ή παρωχημένα δεδομένα.
Το πρόβλημα γίνεται ιδιαίτερα εμφανές στην Αττική, η οποία λειτουργεί ως πεδίο υψηλού ρίσκου για τα μεγάλα έργα. Συγκεκριμένα, ο νέος κόμβος στον Σκαραμαγκά που μπαίνει σε τροχιά υλοποίησης μετά από σημαντικά εμπόδια, επιχειρεί να ενισχύσει τη δυτική πύλη της πρωτεύουσας και να βελτιώσει τις συνδέσεις με τον Πειραιά και τη Δυτική Ελλάδα. Στο ίδιο πλέγμα παρεμβάσεων εντάσσονται οι επεκτάσεις της Αττικής Οδού και οι νέοι κόμβοι αποσυμφόρησης, που προσπαθούν να διαχειριστούν κυκλοφοριακά φορτία σε ένα ήδη κορεσμένο δίκτυο.
Ιδιαίτερη βαρύτητα έχουν έργα με έντονο αστικό αποτύπωμα, όπως η σήραγγα Ηλιούπολης, που φιλοδοξεί να μεταφέρει μέρος της κυκλοφορίας υπόγεια, μειώνοντας την πίεση στους επιφανειακούς δρόμους. Αντίστοιχα, οι παρεμβάσεις στη λεωφόρο Βουλιαγμένης και στη λεωφόρο Ποσειδώνος δεν αφορούν μόνο τη ροή της κυκλοφορίας, αλλά συνδέονται άμεσα με την αναπτυξιακή δυναμική του Ελληνικού και τη συνολική αναβάθμιση του παραλιακού μετώπου. Το πακέτο συμπληρώνεται από τον άξονα Ελευσίνα – Θήβα και από στοχευμένες παρεμβάσεις οδικής ασφάλειας σε τοπικά δίκτυα. Κοινός παρονομαστής όλων αυτών των έργων είναι η πολυπλοκότητα, πυκνό αστικό περιβάλλον, έντονες κοινωνικές ευαισθησίες, σύνθετες αδειοδοτήσεις και μεγάλα οικονομικά μεγέθη.
Σε αυτό το πλαίσιο, το πιο κρίσιμο και ταυτόχρονα πιο υποτιμημένο στάδιο είναι η προμελέτη. Εκεί λαμβάνονται οι βασικές αποφάσεις που καθορίζουν τις τεχνικές λύσεις, τα κόστη και τα χρονοδιαγράμματα. Στην πράξη, όμως, η προμελέτη συχνά αντιμετωπίζεται ως ένα στάδιο που πρέπει απλώς να «τρέξει» γρήγορα, ώστε το έργο να περάσει στη δημοπράτηση. Ελλιπή τοπογραφικά, ανεπαρκείς γεωτεχνικές έρευνες και παρωχημένα κυκλοφοριακά στοιχεία οδηγούν σε μελέτες που βασίζονται περισσότερο σε υποθέσεις παρά σε πραγματικά δεδομένα. Όταν ξεκινά η κατασκευή και οι πραγματικές συνθήκες αποκαλύπτονται, οι αναθεωρήσεις είναι αναπόφευκτες και σχεδόν πάντα κοστοβόρες.
Το πρόβλημα επιτείνεται όταν οι λειτουργικές απαιτήσεις δεν έχουν αποτυπωθεί με σαφήνεια από την αρχή. Οι διαφορετικές ερμηνείες μεταξύ μελετητών, αναθετουσών αρχών και αναδόχων οδηγούν σε προστριβές, τροποποιήσεις και καθυστερήσεις. Παράλληλα, οι περιβαλλοντικές εγκρίσεις και η κοινωνική αποδοχή συχνά υποτιμώνται, αντιμετωπιζόμενες ως τυπικές διαδικασίες. Όταν όμως η διαβούλευση δεν έχει γίνει έγκαιρα, οι αντιδράσεις, οι ενστάσεις και οι προσφυγές εμφανίζονται σε προχωρημένο στάδιο, μπλοκάροντας την υλοποίηση. Σε όλα αυτά προστίθεται ο ανεπαρκής έλεγχος κόστους, με αρχικές εκτιμήσεις που αποδεικνύονται υπεραισιόδοξες και οδηγούν σε αναθεωρήσεις προϋπολογισμών και χρηματοδοτικά κενά.
Το βασικό συμπέρασμα που αναδεικνύει ο ΣΕΓΜ είναι ότι τα έργα δεν καθυστερούν επειδή η ωρίμανση διαρκεί πολύ, αλλά επειδή δεν γίνεται σωστά. Η σωστή προετοιμασία δεν αποτελεί γραφειοκρατικό βάρος, αλλά θεμελιώδη προϋπόθεση για έγκαιρη δημοπράτηση και ομαλή υλοποίηση. Η έγκαιρη συλλογή και επικαιροποίηση όλων των κρίσιμων δεδομένων, ο σαφής καθορισμός στόχων, η ανάλυση εναλλακτικών σεναρίων και ο ουσιαστικός συντονισμός των εμπλεκόμενων φορέων μπορούν να μειώσουν δραστικά τον κίνδυνο καθυστερήσεων. Ιδιαίτερη σημασία έχει και η συστηματική διαχείριση κινδύνων από το στάδιο της προμελέτης, με εργαλεία που επιτρέπουν την πρόβλεψη προβλημάτων πριν αυτά εμφανιστούν στο εργοτάξιο.
Έτσι, καθώς η Αττική εισέρχεται σε έναν νέο κύκλο μεγάλων έργων υποδομής, το πραγματικό στοίχημα δεν είναι ο αριθμός των εξαγγελιών, αλλά η ποιότητα της προετοιμασίας. Αν τα έργα συνεχίσουν να ξεκινούν με ελλείψεις, θα συνεχίσουν και να καθυστερούν. Αν όμως η ωρίμανση αντιμετωπιστεί ως ουσιαστική επένδυση και όχι ως τυπικό στάδιο, τότε το τοπίο μπορεί πράγματι να αλλάξει. Και αυτό είναι ίσως το πιο κρίσιμο μάθημα για τις υποδομές της επόμενης δεκαετίας.
Περισσότερες ειδήσεις
«Φραγμό» στο πρόβλημα της λειψυδρίας με αρδευτικά έργα 2,5 δισ. ευρώ ανά τη χώρα
Ξεκινούν μεγάλα αρδευτικά έργα, ύψους άνω των 630 εκατ. ευρώ, στην περιφέρεια
Οριστικός ανάδοχος η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ σε δύο μεγάλα αρδευτικά έργα ΣΔΙΤ σε Ξάνθη και Κρήτη