MENU

Σοκ: Το «βρώμικο μυστικό» πίσω από τα M&Ms και τα Doritos — Γιατι τα φτηνά σνακ «καίνε» τον πλανήτη

Η βιομηχανία των υπερεπεξεργασμένων τροφών δηλητηριάζει το περιβάλλον και την υγεία μας

Τα βιομηχανικά παραγόμενα τρόφιμα απαιτούν δεκάδες συστατικά και πολύπλοκες διαδικασίες για να φτάσουν στο ράφι, καθιστώντας σχεδόν αδύνατο να εκτιμηθεί το πραγματικό τους κόστος.

Αν ρίξετε μια ματιά στη συσκευασία ενός σακουλιού M&Ms, ενός από τα πιο δημοφιλή γλυκίσματα στις ΗΠΑ, θα δείτε γνωστά συστατικά: ζάχαρη, αποβουτυρωμένο γάλα, βούτυρο κακάο. Όμως θα βρείτε κι άλλα, πολύ λιγότερο οικεία: αραβικό κόμμι, δεξτρίνη, κερί καρναούμπα, λεκιθίνη σόγιας και χρωστική Ε100.

Τα M&Ms περιέχουν 34 διαφορετικά συστατικά, τα οποία –σύμφωνα με τη Mars, την εταιρεία που τα παράγει– προέρχονται από τουλάχιστον 30 χώρες, από την Ακτή Ελεφαντοστού έως τη Νέα Ζηλανδία. Κάθε χώρα έχει τη δική της αλυσίδα εφοδιασμού, που μετατρέπει τις πρώτες ύλες σε βιομηχανικά συστατικά: το κακάο σε υγρό κακάο, το ζαχαροκάλαμο σε ζάχαρη, το πετρέλαιο σε χρωστική τροφίμων.

Στη συνέχεια, όλα αυτά τα συστατικά μεταφέρονται σε κεντρικές μονάδες επεξεργασίας, όπου συνδυάζονται και μεταμορφώνονται σε μικρές, πολύχρωμες σοκολάτες.

Ο ρόλος των υπερεπεξεργασμένων τροφίμων στην κλιματική κρίση

Σύμφωνα με δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας Guardian, η αλυσίδα παραγωγής και κατανάλωσης τροφίμων ευθύνεται για μεγάλο ποσοστό εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Οι επιστήμονες μπορούν εύκολα να μελετήσουν την αποψίλωση των δασών ή να καταγράψουν τις εκπομπές μεθανίου από την κτηνοτροφία. Όμως, η περιβαλλοντική επίδραση των υπερεπεξεργασμένων τροφών (UPFs) –όπως τα M&Ms– είναι ακόμη ασαφής και μόλις τώρα αρχίζει να αποκαλύπτεται.

Η δυσκολία έγκειται στο γεγονός ότι τα UPFs περιλαμβάνουν πολλά στάδια επεξεργασίας και πλήθος συστατικών, καθιστώντας εξαιρετικά δύσκολη την ιχνηλάτηση του πραγματικού τους αποτυπώματος άνθρακα.

Ωστόσο, καθώς αυτά τα προϊόντα κυριαρχούν πλέον στα ράφια και στα πιάτα των Αμερικανών – αποτελώντας το 70% των τροφίμων που πωλούνται στα σούπερ μάρκετ και πάνω από το 50% των θερμίδων που καταναλώνονται – οι ειδικοί τονίζουν πως είναι επείγον να κατανοήσουμε το περιβαλλοντικό τους κόστος.

Τι γνωρίζουμε ήδη

Ο Anthony Fardet, ερευνητής στο Γαλλικό Εθνικό Ινστιτούτο Αγροδιατροφής και Περιβάλλοντος, εξηγεί:

«Όσο πιο επεξεργασμένο είναι ένα τρόφιμο, τόσο πιο επιβλαβές είναι – όχι μόνο για την υγεία, αλλά και για το περιβάλλον».

Η αιτία είναι ότι τα βιομηχανικά συστατικά απαιτούν τεράστια ποσά ενέργειας για να παραχθούν· και όταν συνδυάζονται, το οικολογικό κόστος εκτοξεύεται.

Η καλλιέργεια κακάο, ζάχαρης, γάλακτος και φοινικέλαιου, που αποτελούν τη βάση των M&Ms, συνδέεται άμεσα με την αποψίλωση των δασών και την απώλεια βιοποικιλότητας.
Από το 1850, η αγροτική επέκταση ευθύνεται για το 90% της παγκόσμιας αποψίλωσης και για το 30% των συνολικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Επιπλέον, τα M&Ms περιέχουν 13 διαφορετικές χρωστικές ουσίες, παραγόμενες κυρίως στην Ινδία και την Κίνα, με χημικές διεργασίες που χρησιμοποιούν παράγωγα πετρελαίου και βαρέα μέταλλα.

Αντίστοιχα, πρόσθετα όπως η λεκιθίνη σόγιας ή η δεξτρόζη απαιτούν πολλαπλά στάδια χημικής επεξεργασίας, με χρήση ενζύμων, οξέων και υψηλής θερμοκρασίας, γεγονός που αυξάνει ακόμη περισσότερο το ενεργειακό τους αποτύπωμα.

Η Mars αρνήθηκε να σχολιάσει επί του θέματος.

Πέρα από τα γλυκά: Αλλοι “ένοχοι” της υπερεπεξεργασίας

Η περιβαλλοντική επιβάρυνση δεν αφορά μόνο τα σοκολατούχα προϊόντα.
Τα Doritos, για παράδειγμα, περιέχουν 39 συστατικά, και για κάθε εκτάριο καλαμποκιού που καλλιεργείται, εκπέμπονται 1.000 κιλά CO₂.

Παρά τις “πράσινες” δεσμεύσεις της Pepsico, όπως η «αναγεννητική γεωργία», οι ειδικοί κάνουν λόγο για greenwashing – επικοινωνιακές υποσχέσεις που δεν αντιμετωπίζουν την ουσία του προβλήματος.

Η σουηδική εταιρεία CarbonCloud, που υπολογίζει τις εκπομπές τροφίμων, εκτιμά ότι η παραγωγή ενός κιλού M&Ms εκπέμπει τουλάχιστον 13,2 κιλά CO₂, και ότι μόνο στις ΗΠΑ η Mars παράγει 3,8 εκατ. τόνους CO₂ ετησίως – δηλαδή το 0,1% των συνολικών εκπομπών της χώρας.

Ωστόσο, πρόκειται μόνο για εκτίμηση, καθώς η “μαύρη τρύπα” της βιομηχανικής λογιστικής άνθρακα καθιστά τα πραγματικά στοιχεία ακόμη πιο ανησυχητικά.

Το αόρατο περιβαλλοντικό αποτύπωμα

Οι ακριβείς μετρήσεις είναι σχεδόν αδύνατες, αφού τα UPFs αποτελούνται από πολύπλοκες αλυσίδες παραγωγής και δεκάδες υπεργολάβους. Οι εταιρείες δεν έχουν καν πλήρη εικόνα των ίδιων τους των εκπομπών, λένε οι ειδικοί.

«Δεν διαθέτουν πραγματικά δεδομένα, αλλά χρησιμοποιούν “συντελεστές εκπομπών”, δηλαδή υποθέσεις», σημειώνει ο David Bryngelsson, συνιδρυτής της CarbonCloud.

Από την καλλιέργεια των πρώτων υλών μέχρι τη χημική μεταποίηση, τα στοιχεία παραμένουν θολά, καθώς οι εταιρείες δεν έχουν κίνητρο να δημοσιοποιήσουν υψηλές εκπομπές.

«Ο βασικός σκοπός των υπερεπεξεργασμένων τροφών είναι το κέρδος», λέει ο Fardet.
«Η βιομηχανία τροφίμων δεν ενδιαφέρεται ιδεολογικά για το κλίμα – ενδιαφέρεται για τα χρήματα».

Γιατί έχει σημασία;

Ένα σακουλάκι M&Ms κοστίζει λιγότερο από 2 δολάρια. Αλλά η πραγματική περιβαλλοντική του τιμή είναι πολλαπλάσια. «Το να μειώσεις λίγο τη ζάχαρη ή το αλάτι δεν είναι λύση – είναι απλώς greenwashing», τονίζει ο Fardet. «Χρειάζεται ριζική αλλαγή».

Αυτό σημαίνει λιγότερη επεξεργασία, τοπική παραγωγή και εποχικά τρόφιμα, που απαιτούν λιγότερη ενέργεια και μεταφορές. Ειδικά προϊόντα, όπως η σοκολάτα, πρέπει να καταναλώνονται με μέτρο και να προέρχονται από ηθικά δίκτυα παραγωγής.

Όμως, σε έναν κόσμο με ακρίβεια στα τρόφιμα και “διατροφικές ερήμους”, δεν μπορούν όλα να πέσουν στις πλάτες των καταναλωτών. Οι ειδικοί επιμένουν ότι η ευθύνη πρέπει να μεταφερθεί στις μεγάλες βιομηχανίες τροφίμων, οι οποίες οφείλουν να πληρώσουν για τις κρυφές περιβαλλοντικές ζημιές που προκαλούν. «Τα συστήματα τροφίμων μας δεν είναι φυσιολογικά», καταλήγει ο Fardet.
«Ολόκληρη η βιομηχανία πρέπει να πληρώσει το πραγματικό κόστος».

Σχετικά Άρθρα