Σε έναν κόσμο όπου η ενεργειακή μετάβαση θεωρείται μονόδρομος, η διαρκής και αυξανόμενη αστάθεια των τιμών στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας υπονομεύει την εμπιστοσύνη των παραγόντων της αγοράς και θέτει εμπόδια στην ανάπτυξη του τομέα. Αυτό το ζήτημα αποτελεί πλέον κεντρική συζήτηση, ιδιαίτερα στη βόρεια Ευρώπη, όπου οι φιλόδοξες πολιτικές για τις ανανεώσιμες πηγές έχουν φέρει απρόσμενα αποτελέσματα.
Η Louise Hahn, Διευθύνουσα Σύμβουλος της Mind Energy, τόνισε σε πρόσφατο συνέδριο στη Σουηδία ότι οι αγορές ενέργειας δεν «διάγουν τις καλύτερες ημέρες». Ενώ στο παρελθόν χαρακτηρίζονταν από σταθερότητα, με προβλέψιμη προσφορά και ζήτηση, σήμερα αντιμετωπίζουν θεμελιώδεις αλλαγές. Η βασική αιτία είναι οι όλο και περισσότερες περικοπές στις ΑΠΕ (όπως η ηλιακή και η αιολική), οι οποίες δεν μπορούν να εγγυηθούν σταθερή παραγωγή, σε συνδυασμό με τις υψηλές τιμές του φυσικού αερίου που λειτουργούν ως παράγοντας αύξησης του κόστους.
Αυτή η αστάθεια έχει επηρεάσει ιδιαίτερα τη Νότια Σουηδία, τη Νότια Νορβηγία και τη Δανία. Εκεί, οι τιμές έχουν εκτιναχθεί σε σύγκριση με λίγα μόλις χρόνια πριν, δημιουργώντας σημαντικά προβλήματα τόσο για τους καταναλωτές όσο και για τις βιομηχανίες που εξαρτώνται άμεσα από το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας.
Επιπτώσεις και ανησυχίες
Η αστάθεια δεν πλήττει μόνο τους καταναλωτές. Όπως επισήμανε η Hahn, αποθαρρύνει και τους παραγωγούς και επενδυτές στον τομέα της πράσινης ενέργειας, καθώς οι περίοδοι με αρνητικές τιμές γίνονται όλο και πιο συχνές. Αυτό σημαίνει ότι οι παραγωγοί ενδέχεται να αναγκαστούν να πληρώσουν για να διοχετεύσουν την πλεονάζουσα ενέργεια στο δίκτυο, γεγονός που καθιστά τις επενδύσεις λιγότερο ελκυστικές.
Για τους λόγους αυτούς, η ανάγκη για αναθεώρηση των ρυθμιστικών πλαισίων είναι σημαντική, ώστε οι Νορβηγοί παραγωγοί να μπορέσουν να ανταποκριθούν αποτελεσματικά στις νέες, σύνθετες προκλήσεις της ενεργειακής μετάβασης, διασφαλίζοντας παράλληλα τη σταθερότητα και την εμπιστοσύνη στις αγορές.