MENU

Ουραγός η Ελλάδα στην κατασκευή νέων κατοικιών στην Ευρώπη – Οι περιορισμένες επενδύσεις εντείνουν τη στεγαστική κρίση και αυξάνουν τις τιμές

Μόλις το 2,6% του ΑΕΠ της χώρας αφορά σε οικιστικά έργα, τη στιγμή που το αντίστοιχο ποσοστό στην ΕΕ είναι διπλάσιο και ανέρχεται στο 5,3%

Στην πλέον δυσμενή θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσον αφορά στη δυναμική της παραγωγής νέων κατοικιών βρίσκεται σήμερα η Ελλάδα, με συνέπεια να αντιμετωπίζει ως χώρα μια από τις πιο οξυμένες στεγαστικές κρίσεις της τελευταίας δεκαετίας. Παρά την έντονη ζήτηση στην αγορά κατοικίας, ο τομέας της κατασκευής καινούργιων κατοικιών παραμένει υποτονικός, μικρός και βαθιά υποχρηματοδοτούμενος, αδυνατώντας να ανταποκριθεί στις ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας.

Η εικόνα αποτυπώνεται ξεκάθαρα στα επίσημα στοιχεία της Eurostat που αναφέρει ότι το 2024 η συμβολή των κατασκευαστικού τομέα στην Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία έφτασε μόλις το 2,2% στην Ελλάδα, ποσοστό που είναι το χαμηλότερο σχεδόν σε όλη την Ευρώπη και πολύ κάτω από τον μέσο όρο του 5,5%. Σε χώρες όπως η Ρουμανία, η Σλοβακία και η Κροατία, ο κλάδος αποτελεί ισχυρό μοχλό ανάπτυξης, προσεγγίζοντας ποσοστά από 7% έως 9%, γεγονός που δείχνει έναν εντελώς διαφορετικό βαθμό επενδυτικής και οικοδομικής δραστηριότητας. Εξίσου αποκαλυπτική είναι η υστέρηση στις επενδύσεις στην κατοικία, όπου η Ελλάδα κινείται στο 2,6% του ΑΕΠ, έναντι ευρωπαϊκού μέσου όρου 5,3%. Αντίθετα, χώρες όπως η Κύπρος, η Γερμανία και η Ιταλία υπερβαίνουν το 6%, ενισχύοντας σταθερά την παραγωγή νέων ακινήτων και τη διαρκή ανανέωση του οικιστικού τους αποθέματος.

Η υποτονικότητα των επενδύσεων αποτυπώνεται και στην παραγωγή νέων κατοικιών. Η Ελλάδα καταγράφει μόλις μία νέα κατοικία ανά 1.000 κατοίκους, το χαμηλότερο ποσοστό στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σε μια περίοδο όπου η ζήτηση έχει ενταθεί από εγχώριους αγοραστές, επαγγελματίες των βραχυχρόνιων μισθώσεων και ξένα επενδυτικά κεφάλαια. Η έλλειψη νέας παραγωγής ωθεί τις τιμές και τα ενοίκια σε διαρκή άνοδο. Στην Αθήνα, οι τιμές μίσθωσης έχουν αυξηθεί κατά 45% από το 2018, την ώρα που περισσότερες από 700.000 κατοικίες παραμένουν κενές ή αδρανείς και δεν συμβάλλουν στην ενίσχυση της προσφοράς. Η στεγαστική κρίση πλέον δεν περιορίζεται στα χαμηλά εισοδήματα και στους νέους, αλλά πλήττει ευθέως και τη μεσαία τάξη.

Από το κακό στο χειρότερο

Το 2025 η κατάσταση επιδεινώθηκε περαιτέρω, καθώς η οικοδομική δραστηριότητα υποχώρησε αισθητά. Το πρώτο εξάμηνο του έτους οι άδειες νέων κατοικιών μειώθηκαν κατά 14%, η συνολική επιφάνεια κατά 24% και ο όγκος κατά 18% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2024. Στο κινούμενο δωδεκάμηνο Ιουλίου 2024 – Ιουνίου 2025, οι άδειες περιορίστηκαν σε 28.800, σημειώνοντας πτώση 3,3%. Η υποχώρηση αυτή συνδέεται με το αυξημένο κόστος υλικών, την κατάργηση των bonus δόμησης του ΝΟΚ, την επιδείνωση του επενδυτικού κλίματος και τη μείωση της ζήτησης από ξένους αγοραστές, που τα προηγούμενα χρόνια είχαν λειτουργήσει ως βασική πηγή ρευστότητας για την ελληνική αγορά.

Την ίδια στιγμή, η εικόνα στην Ευρώπη παραμένει σαφώς πιο ισχυρή. Το 2024 εκδόθηκαν 1,5 εκατομμύριο οικοδομικές άδειες για κατοικίες στην ΕΕ, αριθμός μειωμένος από τα επίπεδα ρεκόρ του 2021, αλλά πολλαπλάσιος σε σύγκριση με τα ελληνικά μεγέθη. Σε βάθος δεκαετίας οι άδειες στην Ευρώπη αυξήθηκαν κατά 5%, με εντυπωσιακές επιδόσεις σε χώρες όπως η Βουλγαρία που κατέγραψε άνοδο 211%, η Μάλτα και η Ισπανία όπου η οικοδομική δραστηριότητα σχεδόν διπλασιάστηκε. Παράλληλα, το χωρικό αποτύπωμα της κατοικίας στην ΕΕ δείχνει ότι μόλις το 3% της ευρωπαϊκής γης χρησιμοποιείται για οικιστική ανάπτυξη, σε αντίθεση με το 74% που παραμένει σε γεωργική ή δασική χρήση. Τη μεγαλύτερη πυκνότητα κατοικίας παρουσιάζουν μητροπολιτικά κέντρα όπως η Βρέμη, το Αμβούργο και οι Βρυξέλλες, ενώ σε αγροτικές περιοχές όπως στην Αραγωνία της Ισπανίας το ποσοστό οικιστικής γης δεν ξεπερνά το 0,3%.

Όλα τα παραπάνω συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα παραμένει σταθερά ουραγός στον κατασκευαστικό τομέα και αυτή η υστέρηση αποτελεί μία από τις βασικές αιτίες της στεγαστικής κρίσης. Η περιορισμένη παραγωγή νέων κατοικιών, οι χαμηλές επενδύσεις, η γήρανση του οικιστικού αποθέματος και η απουσία συνεκτικής στεγαστικής πολιτικής δημιουργούν ένα περιβάλλον όπου η προσφορά δεν μπορεί να ανταποκριθεί στη ζήτηση. Η ανάγκη για στοχευμένες μεταρρυθμίσεις, ενίσχυση της οικοδομικής δραστηριότητας και συστηματικές παρεμβάσεις προσιτής στέγης δεν ήταν ποτέ πιο επιτακτική.

Περισσότερες ειδήσεις

ΕΛΣΤΑΤ: Ανατιμήσεις 2% στα οικοδομικά υλικά

Προωθούνται νέοι, πρόσθετοι περιορισμοί στην αγορά των βραχυχρόνιων μισθώσεων στην Αθήνα

Αλλάζουν τα πάντα για τα ακίνητα το καλοκαίρι – Τι φέρνει το Μητρώο Ιδιοκτησίας και Διαχείρισης Ακινήτων

Σχετικά Άρθρα